Ο Κύριος & το Όπλο
The Old Man & the Gun
Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ στην τελευταία, συγκλονιστική ερμηνεία της καριέρας του
4 Οκτωβρίου στους κινηματογράφους από την ODEOΝ και την AUDIO VISUAL
Δείτε το τρέιλερ: https://youtu.be/7HxnUw7Ka44
Λίγα λόγια για την ταινία
«Ο Κύριος & το Όπλο» βασίζεται στην πραγματική ιστορία του Φόρεστ Τάκερ (Ρόμπερτ Ρέντφορντ), από την τολμηρή απόδρασή του από τη φυλακή του Σαν Κουεντίν στην ηλικία των 70 ετών μέχρι τις άνευ προηγουμένου ληστείες που έκαναν την αστυνομία να σαστίσει και μάγεψαν τον υπόλοιπο κόσμο. Μπλεγμένοι στην καταδίωξη του Φόρεστ Τάκερ βρίσκονται ο ντετέκτιβ Τζον Χαντ (Κέισι Άφλεκ), που γοητεύεται από την αφοσίωσή του στην τέχνη του, και μια γυναίκα (Σίσι Σπέισεκ) που τον αγαπά παρά το επάγγελμα που έχει επιλέξει.
Ο πραγματικός Φόρεστ Τάκερ
Ο βραβευμένος με Όσκαρ Ρόμπερτ Ρέντφορντ έχει υποδυθεί πολλούς χαρισματικούς επαναστάτες και αποστάτες, όπως τον ληστή με τη φοβερή σκοπευτική δεινότητα στο «Οι Δύο Ληστές» ή τον καλλιτέχνη απατεώνα στην ταινία «Το Κεντρί», ενώ αυτή τη φορά δίνει ζωή στον θρύλο του Φόρεστ Τάκερ μέσα από την ταινία «Ο Κύριος & το Όπλο».
Ο Τάκερ ήξερε να κάνει μόνο ένα πράγμα στη ζωή του αλλά σε αυτό το ένα ήταν ασυνήθιστα χαρισματικός και το έκανε με απόλυτη ευχαρίστηση. Τυχαίνει αυτό να είναι οι ληστείες τραπεζών. Στις αρχές του 1980 και ενώ ήταν 70 ετών, ο Τάκερ μαζί με μια ομάδα ηλικιωμένων ληστών ξεκίνησε μια τελευταία σειρά ληστειών που θα έγραφε ιστορία. Δεν σταμάτησε ποτέ να αψηφά την ηλικία, τις προσδοκίες ή τους κανόνες. Ήθελε η «δύση» του να είναι το ζενίθ της ζωής του στο έγκλημα. Το ταλέντο του στις ληστείες ήταν και η κατάρα του μαζί καθώς προσπαθούσε πάντα να το τελειοποιήσει όσο ασύλληπτο κι αν ήταν το όνειρό του.
Η ταινία είναι ένας φόρος τιμής σε έναν ιδιόρρυθμο αντί-ήρωα και ταυτόχρονα μια ωδή στις πραγματικές επιτυχίες του Ρέντφορντ κατά τις τέσσερις δεκαετίες της καριέρας του, όπως η ίδρυση του Sundance, το οποίο βοήθησε τον σκηνοθέτη Λόουερι να ξεκινήσει την καριέρα του. Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ ένιωσε μια μεγάλη έλξη για τον ρόλο και ήταν ευχαριστημένος όταν έμαθε ότι ο σκηνοθέτης/σεναριογράφος θα είναι ο Ντέιβιντ Λόουερι, καθώς οι δυο τους γνωρίζονται από το Sundance.
«Είπα στον Ντέιβιντ ότι το μόνο που χρειάζεται αυτή η ταινία είναι να είναι ευχάριστη. Ο Φόρεστ είναι ένας υπέροχος, πολύπλοκος χαρακτήρας, γεμάτος ζωή, που απολαμβάνει τον κίνδυνο και ήθελε πολύ να περνάει καλά», λέει ο Ρέντφορντ. Καθώς ο Φόρεστ καταδιώκεται, ταυτόχρονα κυνηγά κι εκείνος κάτι, μια τελευταία ευκαιρία στην αγάπη και την υστεροφημία. Είναι μια ταινία φόρος τιμής όχι μόνο στις ταινίες «Οι Δύο Ληστές» και «Το Κεντρί» αλλά και στις «Μπόνι και Κλάιντ», «Λουκ Τζάκσον: Ο Μεγάλος Δραπέτης» και σε όλες τις ταινίες των αντι-ηρώων.
Οι πρωταγωνιστές
Ο πραγματικός Φόρεστ Σίλβα Τάκερ γεννήθηκε στην Φλόριντα την εποχή του Κραχ, τον φρόντιζε η γιαγιά του και μεγάλωσε αγοράζοντας φτηνές νουβέλες για ληστές που έσπαγαν τις κοινωνικές νόρμες. Ξεκίνησε την «εγκληματική» ζωή του στην αρχή της εφηβείας του κλέβοντας ένα ποδήλατο και από τότε πέρασε όλα τα υπόλοιπα χρόνια του μπαινοβγαίνοντας στη φυλακή. Ψάχνοντας την ταυτότητά του ανάμεσα σε όλες τις ιστορίες που διάβαζε μικρός, θα γινόταν τελικά γνωστός για την ηρεμία του και το προσωπικό στυλ ληστείας, όπως επίσης και για τις 18 συνολικά αποδράσεις που έκανε.
Δύο ποιότητες μοιάζουν να δένουν τον Φόρεστ και τον Ρέντφορντ: η αφοσίωσή τους σε αυτό που έχουν επιλέξει να κάνουν και το αγορίστικο πάθος τους ανεξάρτητα από την ηλικία τους. Ο Ρέντφορντ γοητεύτηκε από τη φωτεινότητα του Τάκερ και τον υποδήθηκε ως έναν άντρα που αναζητά την περιπέτεια, που δεν μπορεί να αντισταθεί στην επίλυση ενός προβλήματος και που το ένστικτό του τον ωθεί να απορρίψει το σύστημα και να κάνει πάντα το δικό του μένοντας έτσι νέος και ζωντανός.
«Νιώθω πολύ τυχερός που έχω αυτούς τους συνεργάτες και έχω μεγάλο σεβασμό γι’ αυτούς. Η Σίσι και ο Κέισι έχουν κάνει φοβερή δουλειά. Και μετά έχεις τον Ντάνι Γκλόβερ, με τον οποίο δεν έχω ξαναδουλέψει αλλά τον θαύμαζα. Εκείνος κι εγώ είμαστε από το ίδιο μέρος και έχουμε μια σύνδεση μεταξύ μας. Είμαι επίσης πολλά χρόνια θαυμαστής του Τομ Γουέιτς και η ιδέα του να δουλεύουμε μαζί είναι μια ευλογία», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ρέντφορντ. Ο ίδιος έχει ανακοινώσει ότι αυτή είναι ίσως η τελευταία ταινία της καριέρας του και είναι αυτή ακριβώς η ιδέα που τον έκανε να ανυπομονεί και να απολαμβάνει τόσο πολύ τα γυρίσματα. «Δεν υπάρχει κανένας άλλος στον κόσμο που θα μπορούσε να παίξει αυτόν τον ρόλο, τόσο απλά», λέει ο παραγωγός Τζέιμς Στερν για τον Ρέντφορντ.
Ο Φόρεστ Τάκερ είχε παντρευτεί τρεις φορές, όμως μόνο η τελευταία του σύντροφος τον αγάπησε γι’αυτό που ήταν. Το πρώτο πρόσωπο που ήρθε στο μυαλό του Λόουερι για τον ρόλο ήταν η Σίσι Σπέισεκ (βραβευμένη με Όσκαρ για το «Η Κόρη του Ανθρακωρύχου»). «Την θαύμαζα πάντα και πήρα απόφαση να γράψω έναν υπέροχο ρόλο γι’αυτήν. Είμαι ευγνώμων που δέχτηκε! Δεν ξέρω τι θα έκανα αν είχε αρνηθεί. Θέλω να κάνω εκατομμύρια ταινίες ακόμα μαζί της», λέει με ενθουσιασμό ο Λόουερι.
Για τη Σπέισεκ ήταν μια πρόκληση να εξερευνήσει και να κατανοήσει πώς δύο άνθρωποι που αρχικά φαίνονται αταίριαστοι σαν ζευγάρι συνδέονται σε ένα βαθύτερο επίπεδο ως δύο άτομα που ακόμα προσπαθούν να ρουφήξουν τη ζωή. «Η Τζουλ ήταν ευτυχισμένη μόνη της. Τα παιδιά της μεγάλωσαν και έφυγαν. Ο σύζυγός της έχει φύγει για την άλλη ζωή και ζει μόνη της σε μια φάρμα με τα ζώα της. Είναι προσγειωμένη, το αντίθετο του Φόρεστ, αλλά είναι ταυτόχρονα σε μια φάση της ζωής της που σκέφτεται ότι ήρθε ο καιρός να κάνει οτιδήποτε θέλει. Λέγοντας “ναι” στον Φόρεστ λέει ναι στη ζωή και μπορεί να το κάνει γιατί είναι ήδη ανεξάρτητη και δεν χρειάζεται κανέναν να την προσέξει», λέει η Σίσι Σπέισεκ για τον ρόλο της. Ο Ρόμπερτ Ρέντοφορντ και η Σίσι Σπέισεκ συναντιούνται για πρώτη φορά στην καριέρα τους και η ίδια ήταν ενθουσιασμένη γι’αυτό. Τον είχε συναντήσει όταν ξεκινούσε την καριέρα της: «Είμαι σίγουρη ότι δεν θα θυμάται την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε. Ήταν ήδη πολύ διάσημος. Όταν συστήθηκα σε εκείνον αγχώθηκα τόσο που τον αποκάλεσα “Μπόμπερτ”, ένιωσα τόση ντροπή!» θυμάται γελώντας.
Η έξαψη της ληστείας για τον Φόρεστ Τάκερ δυναμώνει από το κυνηγητό του αστυνομικού Τζον Χάντ που έχει βάλει στόχο να τον συλλάβει. Στον ρόλο του αστυνομικού είναι ο βραβευμένος με Όσκαρ για «Το Σπίτι Δίπλα στη Θάλασσα» Κέισι Άφλεκ. Ανάμεσα στους δύο άντρες δημιουργείται μια ιδιόμορφη σχέση. Ο Τζον Χαντ αναρωτιέται κοιτώντας τον Τάκερ αν αυτός είναι ο τρόπος που θα πρέπει να ζει και ο ίδιος τη ζωή του, μια δύσκολη θέση για έναν άνθρωπο του νόμου. «Έβλεπα τον Ρέντφορντ σε όλη μου τη ζωή και αρκετές ταινίες του είναι από τις αγαπημένες μου. Ένα από τα πράγματα που τον κάνουν ξεχωριστό είναι πως, αν και είναι διάσημος, έχει καταφέρει να διατηρήσει το μυστήριο και το αίνιγμα», λέει ο ηθοποιός.
Νοσταλγία και φιλμ
Η ταινία διαδραματίζεται στις αρχές του ‘80 και έτσι δίνει την ευκαιρία στον Λόουερι να αποτίσει φόρο τιμής στην αγαπημένη του δεκαετία. «Η ταινία δεν “φωνάζει” την εποχή. Είναι κάτι που φαίνεται πιο πολύ στο συναίσθημα παρά στο στυλ. Δεν είναι κραυγαλέα και κιτς και αυτό είναι ένα σημείο στο οποίο είναι πολύ καλός ο Ντέιβιντ. Η έμφαση δίνεται στους ανθρώπους και όχι στον χρόνο και τον τόπο. Απλά κάποια στιγμή συνειδητοποιείς ότι “Έι, αυτοί δεν έχουν κινητά ή Ίντερνετ”», σχολιάζει ο παραγωγός Τόμι Χάλμπρουκς.
Ο Λόουερι είχε σκοπό να γυρίσει την ταινία σε φιλμ ‘Super 16’ (16mm). «Το Super 16 έχει πολύ χαρακτηριστική αισθητική. Ο Ντέιβιντ ήθελε όχι μόνο να γυριστεί η ταινία με αυτό το φιλμ αλλά και χρησιμοποιώντας ζουμ, παλιότερους φακούς καθώς και να αποφύγουμε τη χρήση των καινούριων μέσων», αναφέρει ο παραγωγός Τζέιμς Μ. Τζόνστον. Η ιδέα ενθουσίασε τον διευθυντή φωτογραφίας Τζο Άντερσον, όμως αμέσως σκέφτηκε και τις δυσκολίες. «Κανείς δεν φτιάχνει κάμερες για 16mm φιλμ. Οπότε έπρεπε να βρούμε κάμερες 15ετίας. Ευτυχώς το ίδιο το φιλμ παράγεται ακόμα. Θέλαμε πιο ψυχρό χρώμα στην εικόνα, πιο αποστειρωμένο, με γκρι, λευκά και βασικά χρώματα. Δεν θέλαμε θερμά καφέ και πορτοκαλί», εξηγείι.
Για τον Λόουερι η χρήση του φιλμ πρόσφερε περισσότερα θετικά παρά αρνητικά. «Το Super 16 είναι όνειρο και είναι πολύ πιο εύκολο από το ψηφιακό ή το 35mm. Δείχνει λίγο παλιομοδίτικο και γι’αυτό ακριβώς το ήθελα. Δίνει την αίσθηση του παλιού και της νοσταλγίας. Ήθελα η εικόνα να μη δείχνει τέλεια. Περιγράφω την προσέγγισή μου σαν να θέλω να “τραβάω” τους ηθοποιούς μπροστά σε έναν τσιμεντένιο τοίχο που τον χτυπάει κόντρα το φως του μεσημεριανού ήλιου».
Στοιχεία για την ταινία:
Σκηνοθεσία | Ντέιβιντ Λόουερι |
Σενάριο | Ντέιβιντ Λόουερι |
Παραγωγή | Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Τζέιμς Στερν, Ντον Όστροφ,
Τζέρεμι Στέκλερ, Άντονι Μαστρομάουρο, Μπιλ Χόλντερμαν, Τόμπι Χάλμπρουκς, Τζέιμς Μ. Τζόνστον |
Ηθοποιοί | Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Κέισι Άφλεκ, Ντάνι Γκλόβερ, Τίκα Σάμπτερ, Σίσι Σπέισεκ, Τομ Γουέιτς, Ελίζαμπεθ Μος, Κιθ Καραντάιν, Αϊζάια Γουίτλοκ Τζούνιορ, Τζον Ντέιβιντ Ουάσινγκτον |
Φωτογραφία | Τζο Άντερσον |
Μοντάζ | Λίζα Ζένο Τσάργκιν |
Καλλιτεχνική Διεύθυνση | Σκοτ Κούζιο |
Μουσική | Ντάνιελ Χαρτ |
Διάρκεια | 106’ |
Διανομή | ΟDEON, AUDIO VISUAL |
Είδος | Αστυνομικό δράμα, Κωμωδία |