VICE: O δεύτερος στην ιεραρχία
27 Δεκεμβρίου στους κινηματογράφους από την ODEON και την AUDIO VISUAL
Δείτε το τρέιλερ: https://youtu.be/9s9QCWq3tng
Καταπληκτικό! Ευφυέστατο!
Pete Hammond, DEADLINE
Τόσο διασκεδαστικό και αληθινά καλό. Αυτό που κάνει ο Μπέιλ είναι απίστευτο!
Jenelle Riley, VARIETY
Επική ταινία!
Mark Olsen, LOS ANGELES TIMES
Φανταστικό! Η Έιμι είναι υπέροχη!
Tatiana Siegel, THE HOLLYWOOD REPORTER
Λίγα λόγια για την ταινία
Η κινηματογραφική βιογραφία του αμφιλεγόμενου Αντιπροέδρου των ΗΠΑ Ντικ Τσένεϊ και ο καθοριστικός ρόλος του στην εμπόλεμη εξωτερική πολιτική της Αμερικής επί προεδρίας Τζορτζ Μπους. Η ταινία σκιαγραφεί κωμικά και γλαφυρά πώς ένας γραφειοκράτης από την Ουάσιγκτον ανελίχθηκε αθόρυβα σε έναν από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους στον κόσμο, σε μια περίοδο που στιγματίστηκε από την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ σε Ιράκ και Αφγανιστάν. Ο Τσένεϊ αναδιαμόρφωσε την Αμερική και τον κόσμο με τρόπους που εξακολουθούν να επηρεάζουν τις εξελίξεις μέχρι και σήμερα. Από τον βραβευμένο με Όσκαρ συν-σεναριογράφο και σκηνοθέτη της ταινίας «Το Μεγάλο Σορτάρισμα».
Πώς ξεκίνησαν όλα
Όπως οι περισσότεροι Αμερικάνοι έτσι και ο ΜακΚέι δεν γνώριζε πολλά για τον φαινομενικά άγνωστο Ντικ Τσένεϊ, τον αντιπρόεδρο του Τζορτζ Μπους στην περίοδο 2001-2009, που άλλαξε την ιστορία της Αμερικής αν όχι για πάντα, τότε σίγουρα για πολλές δεκαετίες. «Δεν ήξερα πολλά για τον Ντικ Τσένεϊ αλλά όταν ξεκίνησα να διαβάζω γι’αυτόν, εντυπωσιάστηκα με τον ίδιο, τα κίνητρά του, τον απίστευτο τρόπο με τον οποίο πήρε εξουσία και δύναμη και το πόσο διαμόρφωσε τη θέση της Αμερικής στον σύγχρονο κόσμο», δηλώνει ο ΜακΚέι βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης και συν-σεναριογράφος της ταινίας «Το Μεγάλο Σορτάρισμα».
Ο Τσένει ασχολούνταν με το fly-fishing, ένα σπορ που απαιτεί υπομονή, μια αρετή που τον βοήθησε στην ανέλιξή του. Δεν θα είχε όμως καταφέρει τόσα πολλά αν δεν είχε στο πλάι του την υποστηρικτική σύζυγό του και εφηβικό του έρωτα, Λιν Βίνσεντ. Ήταν εκείνη που τον βοήθησε να πατήσει στα πόδια του όταν απέτυχε στο Γέιλ. «Χωρίς αμφιβολία η φιλόδοξη φύση της Λιν ήταν αυτή που βοήθησε τον Τσένεϊ να αλλάξει τη ζωή του. Όσοι την γνώριζαν λένε πως όποιον και να είχε παντρευτεί θα είχε καταφέρει τα ίδια. Ο Τσένεϊ από την άλλη θα ζούσε μια ήσυχη ζωή στο Γουαϊόμινγκ όπως τα αδέρφια του», σχολιάζει ο ΜακΚέι.
Το «VICE: Ο δεύτερος στην ιεραρχία» αποτελεί ένα ακόμα εξαιρετικό και χαρακτηριστικό δείγμα του ταλέντου του ΜακΚέι. Για άλλη μια φορά αναμειγνύει με τέχνη το δράμα και την κωμωδία και το τελικό αποτέλεσμα είναι μοναδικό.
Ο Ντικ, η Λιν και ο Ντόναλντ
Ο ΜακΚέι είχε αποφασίσει εξαρχής ποιον ήθελε να ενσαρκώσει τον μακιαβελικό Ντικ Τσένεϊ. «Έγραψα το σενάριο με τον Κρίστιαν Μπέιλ στο μυαλό μου. Αν είχε αρνηθεί τον ρόλο ίσως να μην έκανα αυτή την ταινία», λέει ο ΜακΚέι. Ο Κρίστιαν Μπέιλ, βραβευμένος με Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία «The Fighter», μόλις έμαθε ότι ΜακΚέι τον θέλει για τον ρόλο σκέφτηκε ότι «είναι τρελός», μέχρι που διάβασε το σενάριο και σκέφτηκε «Απίστευτο!». «Ήταν φοβερό! Το σενάριο ήταν πολύ παραπάνω από ότι περίμενα. Δεν έχει να κάνει αυστηρά με την πολιτική, έχει πολλές προεκτάσεις, όπως το τι σημαίνει να είσαι μέλος μιας οικογένειας, ενός έθνους. Και πάντα ο τρόπος του Άνταμ είναι απίστευτα αστείος», δηλώνει ο Μπέιλ. Έξι μήνες κράτησαν οι δοκιμές για την εμφάνιση του Μπέιλ μέχρι να είναι όλοι τους απόλυτα ευχαριστημένοι με το τελικό αποτέλεσμα. Ο Μπέιλ διάβασε τα πάντα για τον Τσένεϊ, συμβουλεύτηκε διατροφολόγο ώστε να πάει βάρος με υγιή τρόπο, μελέτησε τις κινήσεις του, τον τρόπο ομιλίας του. Έκανε τα πάντα για να πλησιάσει όσο πιο πολύ γινόταν τον χαρακτήρα του. Την πρώτη μέρα των γυρισμάτων δεν στεκόταν μπροστά στις κάμερες ο Μπέιλ αλλά ο Τσένεϊ ή τουλάχιστον αυτό σχεδόν πίστεψαν όλοι.
Αφού ο ΜακΚέι είχε στο καστ του τον Μπέιλ, φρόντισε να κλείσει τη συμφωνία με τη γυναίκα που θα έπαιζε τη Λιν Βίνσεντ και δεν ήταν άλλη από την, πέντε φορές υποψήφια για Όσκαρ (The Fighter, Οδηγός Διαπλοκής, κ.ά.), Έιμι Άνταμς. Πριν ακόμα της στείλει το σενάριο η Άνταμς είχε αποφασίσει ότι ήθελε να παίξει και πάλι με τον Μπέιλ. «Η Λιν μου θύμισε τη γιαγιά μου που μεγάλωσε στη Γιούτα, μια αγροτική πόλη παρόμοια με το Γουαϊόμινγκ. Δεν ήταν ζεστός άνθρωπος εκ πρώτης όψεως αλλά ήταν αγωνίστρια και μπόρεσα έτσι να καταλάβω το ένστικτο της επιβίωσης της Λιν που είχε μεγαλώσει με περιορισμένες ευκαιρίες. Τη σέβομαι πολύ και μου αρέσει πολύ το θράσσος της», σχολιάζει η Άνταμς. Για τον Ντίντι Γκάρντνερ, έναν εκ των παραγωγών της ταινίας, το ταλέντο της Άνταμς είναι μοναδικό, «Η Άνταμς είναι μία από τις κορυφαίες ηθοποιούς της εποχής μας. Βρήκε την ανθρωπιά του χαρακτήρα της και κατάφερε να τον προσεγγίσει όπως ακριβώς έπρεπε, με σεβασμό και κατανόηση», προσθέτει.
Ο τρίτος καθοριστικός ρόλος στην ταινία είναι εκείνος του Ντόναλντ Ράμσφελτ που για δεκαετίες ήταν ο μέντορας, συνεργάτης και στο τέλος υφιστάμενος του Τσένεϊ. Για τον ρόλο ο ΜακΚέι επέλεξε τον υποψήφιο για Όσκαρ Στιβ Καρέλ με τον οποίο είχε ξαναδουλέψει στο παρελθόν («Το Μεγάλο Σορτάρισμα», «Ο Παρουσιαστής: Ο Μύθος του Ron Burgundy»). «Όπως ο Μπέιλ έτσι ακριβώς και ο Καρέλ, χάθηκε στο μυστήριο του χαρακτήρα του», σχολιάζει ο ΜακΚέι. Ο Στιβ Καρέλ καλείται να ενσαρκώσει έναν ρόλο που από μέντορας γίνεται υφιστάμενος, από θρασύς και σχεδόν ανήθικος γίνεται ευάλωτος και πληγωμένος και ο Καρέλ είναι ο κάταλληλος άνθρωπος γι’αυτό γιατί είναι εξίσου ταλαντούχος στην κωμωδία και στο δράμα.
Ο βραβευμένος με Όσκαρ Β’ Ρόλου στο «Τρεις Πινακίδες Εξω από το Εμπινγκ στο Μιζούρι», Σαμ Ρόκγουελ, ήταν ο ιδανικός για τον ρόλο του Τζορτζ Μπους. «Ο Άνταμ είναι εξαιρετικός ευφυής. Αν συνδυάσεις την πολιτική σκέψη με ένα κωμικό μυαλό έχεις το ενδιαφέρον αποτέλεσμα που χρειάζεται αυτή η ιστορία. Το χιούμορ του είναι αυτό που βοηθάει τον θεατή να βυθιστεί στην ιστορία», σχολιάζει ο Ρόκγουελ και συνεχίζει για τον ρόλο του, «Είδα πολλές μιμήσεις για τον Μπους, μερικοί ήταν απίστευτοι. Ύστερα μελέτησα ό,τι υπήρχε για εκείνον, ήθελα να βρω τη δικιά μου οπτική στον χαρακτήρα του. Ήθελα να ψάξω την αθωότητά του και να τονίσω τη γοητεία του. Δεν ήθελα να βγει μια καρικατούρα».
Η εμφάνιση και τα γυρίσματα
Στην ταινία ο Ντικ Τσένεϊ ωριμάζει από έφηβος σε εναν 70χρονο άντρα. Όταν εμφανίστηκε αυτή η πρόκληση για τον Γκρεγκ Κάνομ, ειδικός στο μακιγιάζ, ενθουσιάστηκε. «Η πρώτη μου αντίδραση ήταν ο ενθουσιασμός! Οκ, είναι λίγο τρομακτικό γιατί σε μια ταινία σαν κι αυτή εξαρτώνται πολλά από το μακιγιάζ. Ήταν μια μεγάλη πρόκληση αλλά το αποτέλεσμα ήταν λυτρωτικό. Αρχικά σκεφτήκαμε να έχουμε το Μπέιλ με λίγα στοιχεία του Τσένεϊ. Τελικά όμως ο Μπέιλ ήθελε ακόμα περισσότερες λεπτομέρειες και το απολάμβανε φοβερά οπότε καταλήξαμε στον Τσένεϊ με λίγο στοιχεία του Μπέιλ», σχολιάζει ο Κάνομ. Για τη μεταμόρφωση χρειάστηκαν πολλά πρόσθετα μέλη, από λωβοί αυτιών μέχρι πρόσθετα λαιμού και ζυγωματικών και φυσικά μαζί με την αύξηση του βάρους του Μπέιλ το αποτέλεσμα είναι μοναδικό.
Τα γυρίσματα έγιναν στη Νότια Καλιφόρνια γιατί είναι ένα μέρος που προσφέρει μεγάλη εναλλαγή τοπίων και συνδυάζει διαφορετικές εποχές. «Πού αλλού θα μπορούσαμε να γυρίσουμε σχεδόν πέντε δεκαετίες και να βρούμε διακόσια sets με γκάμα από μικρό καφέ μέχρι τον Λευκό Οίκο; Πουθενά αλλού!», σχολιάζει ο Τζεφ Γουάξμαν, παραγωγός.
Συνδυάζοντας ένα δυνατό σενάριο με την ελευθερία του αυτοσχεδιασμού ο Μπέιλ πιστεύει ότι το «VICE: O δεύτερος στην ιεραρχία» έχει πετύχει πολλά περισσότερα από όσα φανταζόταν. «Είναι εντυπωσιακό όχι μόνο από την πλευρά του σκοτεινού Ντι Τσένεϊ που απέκτησε περισσότερη δύναμη από οποιονδήποτε Αμερικάνο. Κρατάει έναν καθρέφτη μπροστά από τον καθέναν, τι θα κάναμε αν είχαμε τόση δύναμη ξαφνικά;», σχολιάζει ο Μπέιλ.
Για τον ΜακΚέι είναι πολλά περισσότερα από μια βιογραφία, «Οτιδήποτε κι αν πιστεύει κάποιος πολιτικά, όλοι μας θέλουμε να μάθουμε πώς φτάσαμε ως εδώ. Υπάρχει κάποιος λόγος που η κυβέρνησή μας είναι φτιαγμένη με επιταγές. Η εξουσία είναι εθιστική. Η Αμερική έχει εξελιχθεί σε μια χώρα που είναι επικεντρωμένη στη δύναμη και την καριέρα ενώ κάποτε μας ένοιαζε η οικογένειά μας. Για εμένα το VICE είναι μια ταινία για τον εγωισμό της εξουσίας και για το πώς χάσαμε την κοινωνία μας και την πατρίδα μας. Ακόμα και για τον Τσένεϊ η κατάληξη ήταν τραγική. Αλλά αυτή είναι η ομορφιά αυτή της ταινίας, ότι μπορείς να την ερμηνεύσεις όπως θες».
Στοιχεία για την ταινία:
Σκηνοθεσία | Άνταμ ΜακΚέι |
Σενάριο | Άνταμ ΜακΚέι |
Παραγωγή | Άνταμ ΜακΚέι, Ντίντι Γκάρντνερ, Τζέρεμι Κλάινερ, Κέβιν Μέσικ |
Ηθοποιοί | Κρίστιαν Μπέιλ, Έιμι Άνταμς, Στιβ Καρέλ, Σαμ Ρόκγουελ, Μπιλ Πούλμαν, Άλισον Πιλ |
Φωτογραφία | Γκρεγκ Φρέιζερ |
Μοντάζ | Χανκ Κόργουιν |
Διεύθυνση Παραγωγής | Πατρίς Βέρμετ |
Μουσική | Νίκολας Μπρίτελ |
Διάρκεια | 132’ |
Διανομή | ΟDEON, AUDIO VISUAL |
Είδος | Βιογραφία |