Ποπέτα Σούκου  ηθοποιός

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Ποπέτα Σούκου

 

Συναντήσαμε την ηθοποιό Ποπέτα Σούκου στο φιλόξενο φουαγιέ του θεάτρου Αγγέλων Βήμα και μιλήσαμε για τις δυο παραστάσεις στις οποίες παίζει αυτή την περίοδο, το «Ντ’ Εόν» του Κρουπίνσκι κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 20.30 και τη «Νανά» του Ζολά κάθε Τετάρτη στις 20.00 και Πέμπτη στις 21.00

 

Η παρουσία σου στο θέατρο βρίσκεται σε μια πολύ γόνιμη φάση, καθώς εμφανίζεσαι ταυτόχρονα σε δύο παραστάσεις και μάλιστα στο ίδιο θέατρο (το ΑΓΓΕΛΩΝ ΒΗΜΑ). Πρόκειται για τα έργα DEON του Ρέννυ Κρουπίνσκι και ΝANA του Εμίλ Ζολά (και τα δύο σε σκηνοθεσία Ανδρονίκης Αβδελιώτη). Πες μας δυο λόγια για αυτή την εμπειρία και αυτούς τους ρόλους.

Ήταν μεγάλη η χαρά για μένα όταν η Ανδρονίκη Αβδελιώτη με την οποία είχα ξανασυνεργαστεί στο παρελθόν με κάλεσε να λάβω μέρος στην παράσταση «Ντ’Εόν» κι έπειτα από ακρόαση που πέρασα από την κυρία Δαλαμάγκα μπήκα στο καστ. Η χαρά μου μεγάλωσε όταν μου ζητήθηκε να αναλάβω και τον ρόλο της Σατέν στη διασκευή του μυθιστορήματος «Νανά», καθώς γνώριζα μεν πως ο φόρτος θα ήταν μεγάλος αλλά δεν μπορούσα να αρνηθώ τόσο ενδιαφέρουσες προτάσεις. Στο μεν «Ντ’Εόν» ερμηνεύω την Μαντάμ Πομπαντούρ ερωμένη του βασιλιά Λουδοβίκου του 15ου, μια γυναίκα με υψηλές βλέψεις και σκοτεινά κίνητρα, η οποία, με την πονηριά και τα θέλγητρά της, καταφέρνει να τον επηρεάζει στις στρατηγικές κινήσεις του ως προς τον Πρωσικό πόλεμο και τον στρέφει εναντίον του Ιππότη Ντ’Εόν. Στη «Νανά» ερμηνεύω μια πόρνη του πεζοδρομίου, φίλη και ερωμένη κατά κάποιον τρόπο της Νανάς, ένα χαμίνι στην ουσία αλλά με πολύ περισσότερη μπέσα από την ίδια όπως βλέπουμε στο τέλος. Η συνεργασία μου και στα δυο έργα με την Ανδρονίκη της οποίας την οπτική λατρεύω και πολύ συχνά συμπίπτουν οι απόψεις μας, ήταν εκπληκτική. Στη διάρκεια των προβών αποκτήσαμε υπέροχες σχέσεις και με τους υπόλοιπους συντελεστές. Τολμώ να πω πως παρόλο που ήταν μια κουραστική περίοδος, το αποτέλεσμα και στα δυο έργα είναι καλύτερο των καλυτέρων προσδοκιών μου.

Και τα δύο έργα έχουν τις ρίζες τους στην Γαλλία,  αφού ο Ντ’ Εόν ήταν Γάλλος παρασημοφορεμένος ιππότης που έζησε τον 18ο αιώνα, η δε Νανά, κατά τον Ζολά, ήταν ηθοποιός και εταίρα που έζησε στη Γαλλία τον 18ο αιώνα. Πριν ασχοληθείς με αυτό το ιστορικό περιβάλλον λόγω των δύο παραστάσεων που παίρνεις μέρος, είχες κάποια ιδιαίτερη σχέση με αυτό την Γαλλία και την κουλτούρα της;   

Πέρα από το γεγονός πως πάντοτε μου άρεσε η γλώσσα, γι’ αυτό άλλωστε κι επέλεξα να τη μάθω και να πάρω τα ανάλογα πτυχία όταν ήμουν μαθήτρια, δεν είχα ποτέ κάποια ιδιαίτερη σχέση με τη συγκεκριμένη κουλτούρα. Μεγαλώνοντας διάβασα αρκετούς Γάλλους συγγραφείς και ποιητές, Καμύ, Μπωντλαίρ, Ζολά κ.α., με ιδιαίτερη έμφαση στους καταραμένους ποιητές. Μέσα από τα διάφορα μυθιστορήματα κάποιες φορές κατάφερνε να με μαγέψει όλη αυτή η αίγλη που περιέγραφαν για την εποχή, τη χώρα, τους ανθρώπους… Έβγαζαν τη ρομαντική μου φύση ίσως στην επιφάνεια. Τώρα πια απορρίπτω τη φιλοσοφία τους. Δεν μου αρέσει να κρύβομαι πίσω από ακριβά αρώματα.  Προτιμώ τον ωμό ρεαλισμό. Σαν ηθοποιός όμως έχω μάθει να διαβάζω και να ψάχνω πάντοτε το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο είναι τοποθετημένη η κάθε ιστορία για να μπορώ να αποδώσω όσο το δυνατόν καλύτερα τον ρόλο μου.

 

Βλέπουμε πως η παράσταση DEON εκτυλίσσεται στην εποχή της, δηλαδή υπάρχουν σ’ αυτή την παράσταση κοστούμια εποχής, περούκες και, γενικά, αποδίδεται το περιβάλλον του 18ου αιώνα, ενώ, στην ΝΑΝΑ, η δράση του έργου κρατώντας όλη την υπόθεση και όλους τους ήρωες του Ζολά μεταφέρεται στην Αθήνα στο τέλος της δικτατορίας των συνταγματαρχών, άρα σε μία εποχή εντελώς διαφορετική ενδυματολογικά, αλλά και από πλευράς του πώς μιλούν και του πώς κινούνται οι ήρωες. Αυτό σε δυσκόλεψε ή σε ιντριγκάρισε;

Όσον αφορά στο «Ντ’Εόν», η αλήθεια είναι πως πρώτη φορά λαμβάνω μέρος σε παράσταση που έχει τόση ακρίβεια σε κοστούμια με την εποχή που εκτυλίσσεται το έργο. Ήταν ίσως ακόμη ένας λόγος που ενθουσιάστηκα τόσο πολύ με αυτή την δουλειά. Η δυσκολία μου με τα ρούχα και την περούκα μεγάλη, τολμώ να πω, υπήρξαν στιγμές με πολλά απρόοπτα αλλά όπως λέμε εμείς οι ηθοποιοί τον ρόλο τον πιάνεις από τα παπούτσια, δηλαδή όταν μπεις στο κοστούμι του ρόλου έρχεται να «κουμπώσει» και η όποια δουλειά έχεις ήδη κάνει πάνω σε αυτόν. Τώρα για τη Σατέν στη «Νανά», την εποχή πάλι δεν την έζησα αλλά δεν είναι και πολύ μακριά μας, άλλωστε τον ρόλο τον αντιμετώπισα ως προς το έργο που είχα στα χέρια μου, τη διασκευή, οπότε εκεί ήμουν περισσότερο στα νερά μου, δεν υπήρξε δηλαδή κάποια ιδιαίτερη δυσκολία στο ενδυματολογικό κομμάτι. Όμως να αναφέρουμε εδώ πως και στα δυο έργα η αισθητική που έχει δοθεί τόσο σκηνογραφικά/ενδυματολογικά όσο και σκηνοθετικά σίγουρα δεν αφήνουν κανέναν αδιάφορο.

 

Κάθε Τετάρτη και Πέμπτη είσαι ένα απλό κορίτσι των αρχών της δεκαετίας του ’70, ζεις στην σκιά της Νανάς, μιας γυναίκας που την ποθούν όλοι ενώ εσύ είσαι ένα τίποτα και, κάθε Σάββατο και Κυριακή, είσαι μία ερωμένη του Λουδοβίκου 15ου δηλαδή η ευνοούμενη ενός παντοδύναμου βασιλιά και μια γυναίκα που, κυβερνώντας τον Λουδοβίκο, στην ουσία κυβερνάει τον κόσμο. Δεν είναι λίγο σχιζοφρένεια όλο αυτό;

Σχιζοφρένεια θα ήταν να νόμιζα πως είμαι η Πομπαντούρ ή η Σατέν και τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδας… χα χα. Όχι δεν υπάρχει καμία σύνδεση ανάμεσα στις δύο γυναίκες, στους δύο ρόλους πέρα από το γεγονός ότι χρησιμοποιούν το «φύλο» προσφέρουν δηλαδή το κορμί τους έναντι κάποιων παροχών. Η Πομπαντούρ είναι μια γυναίκα η οποία προοριζόταν να γίνει ερωμένη του Λουδοβίκου και ήταν η φύση της τέτοια που την έκανε να είναι ο δάκτυλος πίσω από τις σημαντικές πολιτικές αποφάσεις του. Είναι μια πανέξυπνη γυναίκα όπως γνωρίζουμε και από όσα έχουν γραφτεί γι’ αυτή, η οποία χρησιμοποιούσε το μοναδικό όργανο που της επιτρεπόταν να χρησιμοποιεί εκείνη την εποχή ως γυναίκα, για να επιτύχει δικούς της στόχους αλλά και ευημερία στην ζωή της και στη ζωή των ευγενών της Γαλλίας. Ό, τι έκανε ήταν σαφώς στρατηγική κι έτσι έχω αντιμετωπίσει τον ρόλο άλλωστε και όχι ως προς το κομμάτι της σεξουαλικότητας. Τώρα ως προς τη Σατέν, η κοπέλα είναι μια απλή πόρνη που εκδίδεται για χρήματα και δεν υπάρχει καμία δεύτερη σκέψη από κάτω. Όπως είπαμε, ένα κορίτσι απλό του πεζοδρομίου πουλιέται για να επιβιώσει και μόνο. Είναι πολύ διαφορετική η προσέγγιση λοιπόν ως προς τους δύο ρόλους, ακόμη κι αν χρησιμοποίησα τα ίδια τα δικά μου εκφραστικά μέσα,  ακόμη και οι εποχές είναι τόσο διαφορετικές που δεν υπήρξε για μένα καμία σύγχυση. Τώρα βέβαια να πούμε πως δεν έλειψαν τα… αστειάκια μεταξύ των συναδέλφων αλλά όλα αυτά είναι απλώς επειδή είμαστε άνθρωποι. Στη δουλειά μαθαίνεις να μη μένεις μονάχα στο προφανές, δεν ερμηνεύεις την «ταμπέλα» του ρόλου αλλά την αλήθεια του.

 

Μέχρι πότε υπολογίζεται να παίζονται παράλληλα αυτές οι δύο παραστάσεις;

Σίγουρα έως τα τέλη του Φλεβάρη με μεγάλο ενδεχόμενο να πάρουν παράταση, αλλά αυτό το είναι κάτι που βρίσκεται ακόμη υπό συζήτηση. Είναι δυο υπέροχες δουλειές όπως αυτές που άλλωστε μας έχει συνηθίσει το Αγγέλων Βήμα, ήδη στο «Ντ’ Εόν» η ανταπόκριση του κόσμου ήταν μεγάλη και τα σχόλια συγκινητικά, εύχομαι το ίδιο να συμβεί και στη «Νανά» και να συνεχίσουν οι παραστάσεις για όσο διάστημα… αντέχουν τα πόδια μας …χα χα

Μοιραστείτε:

Facebook
Twitter
Email
Print

Περισσότερα άρθρα

ΝΙΚΟΣ ΖΙΩΓΑΛΑΣ  «Ο φίλος μου ο Μπρα»

ΝΙΚΟΣ ΖΙΩΓΑΛΑΣ  «Ο φίλος μου ο Μπρα» Κυκλοφορεί ψηφιακά από το Ogdoo Music Group Κυκλοφορεί το καινούργιο τραγούδι του Νίκου Ζιώγαλα από το Ogdoo Music Group. Σε στίχους και μουσική που έγραψε ο