Κριτική θεάτρου
Γράφει η Μαρίκα Θωμαδάκη*
Θέατρο «Φούρνος»
Σάμιουελ Μπέκετ, «Το ηρεμιστικό»
Μετάφραση: Εριφύλη Μαρωνίτη
Σκηνοθεσία : Άσπα Τομπούλη
Μουσική: Διονύσης Σιδηροκαστρίτης
Φωτισμοί: Απόστολος Τσατσάκος
Σκηνικά – Κοστούμια: Μαρία Καραθάνου
Ερμηνεύουν: Δέσποινα Σαραφείδου, Σπύρος Βάρελλης
«Το ηρεμιστικό» ανήκει στα μικρά αφηγήματα του Μπέκετ, τα οποία, εκ πρώτης όψεως, δεν προορίζονται για τη σκηνή. Ωστόσο, η έμπειρη ματιά ενός σκηνοθέτη, όπως η Άσπα Τομπούλη, έχει εκείνη την ιδιαιτερότητα να οδηγεί στην δραματική λειτουργία. Μέσα από την διάκριση και την σύλληψη ενός νέου σκηνικού κόσμου, η κα. Τομπούλη ελέγχει την διαπλεκόμενη αφήγηση μίας ενικής ανθρώπινης οντότητας η οποία εκτίθεται δισυπόστατη ενώπιον του κοινού. Έτσι, η σκηνοθεσία ακολουθεί μία δυνητική κανονικότητα όπου δεσπόζουν οι αναφορές σε φαντασιακούς χώρους, σε πράγματα πιστά στους νόμους της βαρύτητας και σε περιοχές της νόησης πρόσφορες στην θεατρική υπέρβαση.
Το αφήγημα «Το ηρεμιστικό» του Μπέκετ υπηρετεί πιστά την ιδέα που συγκροτεί το οικοδόμημα της σύνολης μπεκετικής γραφής. Η σκηνοθεσία της Άσπας Τομπούλη, στην γλαφυρά εκφερόμενη μετάφραση της Εριφύλης Μαρωνίτη, δημιουργεί αυτό που αποκαλούμε ποιητικό θέατρο. Πρόκειται για ένα θέατρο που υπογραμμίζει το συμβολικό Είναι των λέξεων τις οποίες διαχειρίζεται ως οχήματα εννοιών δια των οποίων παράγονται πολλαπλά σημαινόμενα. Ως εκ τούτου, το σημαίνον μπορεί και να μην εκφράζεται από μία μόνο λέξη, εκείνη που επιφανειακά διεκδικεί την αποκλειστικότητα μίας κατευθυνόμενης ισοτοπικής κατασκευής. Πιστεύω ότι η εν λόγω κατασκευή στο «Ηρεμιστικό» του Μπέκετ, χάρη στην εύστοχη ολική σύλληψη της Άσπας Τομπούλη, αποδίδει ή τείνει να αποδώσει το ειδικό βάρος ενός έκαστου των δρώντων τα οποία προσβλέπουν στην σύμπτωση σημαίνοντος και σημαινομένου.
Οι δύο «φελλινικές» φιγούρες της Δέσποινας Σαραφείδου και του Σπύρου Βάρελλη ερμηνεύουν ένα «ηρεμιστικό» σύμπαν πραγμάτων και λόγου κατακλύζοντας χαρακτηριστικά τη σκηνική όψη των προορισμών δια μέσου χαρακτηριστικών επίσης διαδρομών της ποιητικής ουσίας που τα διακρίνει για να τα διασκεδάσει. Εν κατακλείδι, ο ποιητικός οίστρος, τον οποίο στηρίζει ο μπεκετικός λόγος, προβάλλει την ορμέμφυτη λανθάνουσα διάθεση προσώπων και αντικειμένων που συνδιαλέγονται στο πλαίσιο της λογικής του Λόγου: εντός αυτής, κινείται ο μικρόκοσμος των σκηνικών εφέ της Μαρίας Καραθάνου, των φωτισμών του Απόστολου Τσατσάκου, της μουσικής του Διονύση Σιδηροκαστρίτη καθώς επίσης και το νόημα του ενδύματος, σε ομογενοποιητική διάταξη της ποιητικής «συνταγής». Συνεπώς, καταλύεται η αναμονή και υποστηρίζεται ο αιφνιδιασμός.
*Η Μαρίκα Θωμαδάκη είναι Καθηγήτρια Θεωρίας και Σημειολογίας του Θεάτρου, τ. Κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστήμιου Αθηνών.