Η πλήρης έκδοση του σπουδαίου έργου του Σίμπερ για πρώτη φορά στην Ελλάδα
Ο αυστριακός Franz W. Sieber (Πράγα, 1789-1844), σπούδασε Ιατρική και Αρχιτεκτονική και ήταν κάτοχος ευρείας ανθρωπιστικής παιδείας, με ενδιαφέροντα αρχαιολογικά, ιστορικά, γεωγραφικά, γεωλογικά, γλωσσολογικά, θρησκειολογικά, εθνολογικά, λαογραφικά, βοτανολογικά και άλλα. Ήταν ένας «οικουμενικός άνθρωπος» (Homo universalis). Επισκέφθηκε την Κρήτη κατά το έτος 1817, όπου έμεινε για έναν περίπου χρόνο. Το έργο του, αναφορικά με το ταξίδι του στην Κρήτη, αποτελεί την καλύτερη πηγή για την Ιστορία και τον Πολιτισμό της Κρήτης κατά το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα.
Ο συγγραφέας έρχεται στην Κρήτη, έχοντας πρώτα μελετήσει τα κείμενα περιηγητών που είχαν επισκεφθεί το νησί πριν από αυτόν. Μας προσφέρει τις γνώσεις του και συμπυκνώνει μέσα στο βιβλίο του και τις καταγραφές προγενέστερων μελετητών. Ταυτόχρονα, και λόγω της ιατρικής του ιδιότητας, έχει εύκολη πρόσβαση στα σπίτια των κατοίκων των περιοχών που επισκέπτεται και καταγράφει καθημερινές στιγμές και ιστορικά γεγονότα. Με οδηγό του τον Γιώργο και στη συνέχεια τον Ηλία Μελιδόνη, ανακαλύπτει την αθέατη όψη της ζωής στην Κρήτη του 19ου αιώνα. Ήρθε σε επαφή με ανθρώπους της ανώτερης κοινωνικής τάξης και της διοικήσεως, Έλληνες και Τούρκους. Ήταν εφοδιασμένος με σουλτανικό φιρμάνι, προκειμένου να του επιτραπεί να περιοδεύσει στην Κρήτη, όμως αυτό θεωρήθηκε ατελές και προκειμένου να διευκολύνει την εκεί παραμονή του και το έργο του, εξασκούσε δωρεάν την Ιατρική, με αποτέλεσμα να προκαλέσει, αφ΄ ενός την αντίδραση ορισμένων εκ των τότε Ιατρών της Κρήτης, αφ’ ετέρου δε τη συμπάθεια και την αγάπη των απλών ανθρώπων, που απολάμβαναν δωρεάν περιθάλψεως και φαρμάκων εκ μέρους του.
Ο μεταφραστής του βιβλίου, Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης, μετά το πέρας των σπουδών του στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών (Αρχαιολογία-Ιστορία-Θεολογία)
Διαστάσεις 21 Χ 29,7, σελίδες 710
Ο Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Αποδούλου Αμαρίου Ρεθύμνης Κρήτης, όπου και περάτωσε τα μαθήματα της Στοιχειώδους και της Μέσης Εκπαιδεύσεως. Ακολούθως σπούδασε στο Εθνικό και καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι Πτυχιούχος της Θεολογικής και της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (Τμήμα Ιστορικό-Αρχαιολογικό) και Διδάκτωρ του ίδιου Πανεπιστημίου. Έτυχε υποτροφίας και μετεκπαιδεύθηκε επί πενταετία στα Πανεπιστήμια της Βόννης, του Μονάχου και του Βερολίνου της Γερμανίας. Υπηρέτησε επί τριακονταπενταετία στο Υπ. Πολιτισμού και Επιστημών, αρχικά ως Επιμελητής και κατόπιν ως Έφορος Αρχαιοτήτων. Από το έτος 2014 διδάσκει κατά περιόδους Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο «ΝΕΑΠΟΛΙΣ» της Πάφου της Κύπρου. Είναι μέλος σε περισσότερες Επιστημονικές Εταιρείες και Συλλόγους. Είναι ισόβιο μέλος της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών, της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνου Κρήτης, της Εταιρείας Κρητικών Ιστορικών Μελετών και του Μουσείου Καλοκαιρινού Ηρακλείου Κρήτης, της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου, του Πολιτιστικού Συλλόγου Αποδούλου Αμαρίου Ρεθύμνου Κρήτης, κλπ. Έχει δημοσιεύσει μέχρι σήμερα περισσότερες από διακόσιες πενήντα (250) επιστημονικές εργασίες και μελέτες στα ελληνικά, γερμανικά, αγγλικά και ιταλικά. Ασχολείται ερασιτεχνικά με την Βοτανολογία και έχει δημοσιεύσει σχετικές εργασίες και μελέτες. Είναι έγγαμος, σύζυγός του είναι η Δρ. Μαρία Gehlhoff-Βολανάκη, Ιατρός, Ειδικός Παθολόγος-Νεφρολόγος και έχουν δύο ενήλικα παιδιά και δύο εγγόνια.
Ο Φ. Ζίμπερ ήταν αυστριακός ιατρός, αρχαιοδίφης, ιστοριοδίφης, διάσημος βοτανολόγος και περιηγητής, ο οποίος έκανε ερευνητικά ταξίδια σε διάφορες χώρες του κόσμου. Κατά την περίοδο 1817-1819, επισκέφθηκε την Κρήτη, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο. Αφού επέστρεψε στην Πράγα εξέδωσε δίτομο έργο στη γερμανική γλώσσα, υπό τον τίτλο «Ταξίδι στη νήσο Κρήτη του ελληνικού Αρχιπελάγους κατά το έτος 1817, (Λειψία και Ζοράου, 1823». Ο Ζίμπερ χρηματοδοτούσε συνήθως τα ταξίδια του από τα χρήματα, τα οποία έπαιρνε, πουλώντας μέρος των Συλλογών του. Κατά το 1820 πίστεψε ότι ανακάλυψε φάρμακο εναντίον της λύσσας. Νόμιζε ότι με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να αποκτήσει αρκετά χρήματα, ώστε να μπορεί να χρηματοδοτεί τα ταξίδια και τις περιηγήσεις του. Επειδή όμως αυτό δεν αναγνωρίζονταν από τους ειδικούς και τις δημόσιες Αρχές, καταλήφθηκε από μελαγχολία και εκδήλωσε αρνητική συμπεριφορά και επιθετικότητα εναντίον των Αρχών και των δημοσίων φορέων. Ο κλονισμός της ψυχικής υγείας, εκείνη την εποχή, αντιμετωπιζόταν με εγκλεισμό και με άλλες βάρβαρες μεθόδους, έτσι ο Ζίμπερ κλείσθηκε σε Ψυχιατρείο της Πράγας, από το 1830 έως το 1844, όπου και πέθανε σε ηλικία 55 ετών. O Ζίμπερ έγινε διάσημος διεθνώς, κυρίως για τη συμβολή του στην επιστήμη της Βοτανολογίας. Ορισμένα φυτά έλαβαν το όνομά του τιμητικά.