ΕΠΙΣΤΑΤΗΣ ΣΑΝΣΟ

ΕΠΙΣΤΑΤΗΣ ΣΑΝΣΟ ένα από τα αριστουργήματα του ΚΕΝΤΖΙ ΜΙΖΟΓΚΟΥΤΣΙ

από τις 27/6 σε DIGITAL 4K RESTORATION στους θερινούς κινηματογραφους από τη NEW STAR

70 ΧΡΟΝΙΑ ΕΠΕΤΕΙΑΚΗ ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΗ 

Μια ταινία για την ανάδυση της ηθικής σε συνθήκες φυσικής βαρβαρότητας

 

Αργυρός Λέων Φεστιβάλ Βενετίας

Υποψήφιο για Χρυσο Λέων Φεστιβάλ Βενετίας

 

«Χωρίς ευσπλαχνία, ο άνθρωπος είναι σαν ζώο. Ακόμη κι αν είσαι σκληρός με τον εaυτό σου, να είσαι ευσπλαχνικός με τους άλλους. Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Ο καθένας έχει δικαίωμα στην ευτυχία.»

 

ΕΠΙΣΤΑΤΗΣ ΣΑΝΣΟ

Ιαπωνία, 1954, Ασπρόμαυρο

Παραγωγή: Μασάιτσι Ναγκάτα

Σκηνοθεσία: Κένζι Μιζογκούτσι

Σενάριο: Ογκάι Μόρι, Φούτζι Γιαχίρο, Γιοσικάτα Γιόντα

Φωτογραφία: Καζούο Μιγιαγκάουα

Μοντάζ: Μιτσούζο Μιγιάτα

Μουσική: Φούμιο Χαγιασάκα, Ταμεκίτσι Μοτσιζούκι, Καναχίτσι Οντέρα

Πρωταγωνιστούν: Εϊτάρο Σίντο, Κίνιο Τανάκα, Γιοσιάκι Χαναγιάγκι

Διάρκεια: 124 λεπτά

ΣΥΝΟΨΗ

Στη μεσαιωνική Ιαπωνία ένας κυβερνήτης, με καλό χαρακτήρα, πράος και φιλεύσπλαχνος με τους ανθρώπους, εξορίζεται. Η γυναίκα του και τα δύο του παιδιά, ο γιος του και η κόρη του, αποφασίζουν να τον επισκεφθούν. Στο δρόμο θα τους επιτεθούν ληστές. Η μητέρα τους πουλιέται σαν πόρνη και τα δύο παιδιά σα σκλάβοι στον παντοδύναμο και αυταρχικό επιστάτη Σάνσο. Τα παιδιά θα μεγαλώσουν και, μετά από πολλά χρόνια, θα καταφέρουν να δραπετεύσουν, αφού ο γιος θα κερδίσει βαθμιαία την εύνοια του Σάνσο. Θα ψάξουν να βρουν τη μητέρα τους και όλοι μαζί θα αποτίσουν φόρο τιμής στον πατέρα τους.

Η ΤΑΙΝΙΑ

Η ιστορία αρχίζει σε ένα πανέμορφο φυσικό τοπίο που το διασχίζουν πεζή μια γυναίκα της αριστοκρατικής τάξης, η Ταμάκι, και τα δύο νεαρά παιδιά της, ο Ζουσίο και η Αντζου. Προορισμός τους είναι μια απομακρυσμένη περιοχή όπου ζει εξόριστος ο σύζυγός της Ταμάκι: ένας φιλεύσπλαχνος πρώην κυβερνήτης μιας επαρχίας, ο οποίος αντιτάχθηκε στην κεντρική εξουσία και πήρε το μέρος των ξεσηκωμένων σκλάβων. Σε ένα επικίνδυνο σημείο της διαδρομής, η οικογένεια πέφτει στα χέρια μιας συμμορίας. Η μητέρα μεταφέρεται σε ένα νησί, όπου πωλείται σε ένα πορνείο, και τα παιδιά, ως σκλάβοι σε ένα φέουδο, στο οποίο δεσπόζει η φιγούρα του αυταρχικού ανάλγητου επιστάτη Σάνσο. Στη συνέχεια, ο Μιζογκούτσι ξετυλίγει ένα μεσαιωνικό «παραμύθι» με τον Ζουσίο να θυμάται τα τελευταία λόγια του πατέρα του, που εξήραν το έλεος ως την υπέρτατη αξία του ανθρώπου, και να ζει μια περιπέτεια αυτογνωσίας στο κέντρο ενός σκληρού και άδικου κόσμου.

Η κοινωνική απελευθέρωση και δικαιοσύνη αποτελούν δύο βασικές θεματικές συνιστώσες του «Επιστάτη Σάνσο». Ο Μιζογκούτσι δεν δίνει αίσιο τέλος στο μελόδραμα. Ελπίζει, όμως, στην ύπαρξη ενός «Θεού του ελέους» που θα καταργήσει τα δεσμά του σκλάβου.

ΠΗΓΗ: https://www.kathimerini.gr/culture/262318/o-epistatis-sanso/

Με απλά υλικά, με μια «μελό» ιστορία, ο πολύς καλός Ιάπωνας σκηνοθέτης Κένζι Μισογκούτσι (1898 – 1956) καταφέρνει να φτιάξει ένα πραγματικό έργο τέχνης! Μια ταινία η οποία μιλάει, για μεγάλες έννοιες και μεγάλες ανθρώπινες επιθυμίες. Μια ταινία που μιλάει για αξιοπρέπεια. Μια ταινία που προβληματίζει.

Αφού υπογραμμίσω την εξαιρετική κινηματογράφηση, τα θαυμάσια μεστά πλάνα, τις εξαιρετικές γωνίες λήψης, τις συνθέσεις των πλάνων, τις ερμηνείες των ηθοποιών, την πολύ λειτουργική μουσική, θέλω να σταθώ στο περιεχόμενο της ταινίας. Η ιστορία, ενώ φαντάζει προσωπική, δεν είναι τέτοια! Είναι ιστορία που αφορά στις ανθρώπινες αξίες. Είναι μια ιστορία «κατηγορώ» ενάντια στη βία, στον αυταρχισμό, στην απανθρωπιά. Είναι ένας ύμνος στον άνθρωπο!

Η ταινία γυρίστηκε το 1953 – 1954! Είναι λιτή. Τίποτα δε γίνεται τυχαία ή για εντυπωσιασμό. Τίποτα, επίσης, δεν προδίδει τα χρόνια της. Η ματιά της είναι φρέσκια, όπως άλλωστε και τα πανανθρώπινα ζητήματα που βάζει. Ζητήματα που αφορούν στην πάλη του καλού με το κακό, στην πάλη του νέου με το παλιό. Αν ο θεατής έχει την ευφυία να αναζητήσει τις απαντήσεις στα ερωτήματα που μπαίνουν σε πρώτο επίπεδο, στο δεύτερο και στο τρίτο επίπεδο… τότε θα διαπιστώσει ότι η ταινία αναζητεί, με διαλεκτικό τρόπο, το βαθύ μήνυμα της ελευθερίας.

ΠΗΓΗ: https://www.rizospastis.gr/story.do?id=3534309

 

Με ρίζες δραματικές από τη θεατρική παράδοση των έργων «σίνπα», πάνω σε ένα είδος ταινιών εποχής, που οι Γιαπωνέζοι λένε «γκεντάι-γκέκι», επιπλέον, κοντά στο ήθος του αρχαίου ελληνικού ποιητικού δράματος, ο Κένζι Μιζογκούτσι, ένας από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες του κινηματογράφου όλων των εποχών, δίνει στα 1954, λίγο πριν τον θάνατό του, ένα από τα πιο μεγαλοφυή σχόλια του σινεμά πάνω στην «εκμετάλευση ανθρώπου από άνθρωπο».

Ο Μιζογκούτσι, σοσιαλιστής ο ίδιος, το πάει αλλού από τα συνήθη των επαγγελματιών της επανάστασης. Χρήσιμο δεν είναι να τον θυμηθούμε; Μοναδική λύση του αινίγματος της απανθρωπίας του ανθρώπου είναι η ευσπλαχνία, η οποία ωστόσο απολιθώνεται στο έργο, όπως και στην Ιστορία εν γένει, μέσα σε πράξεις ανείπωτης σκληρότητας. Κάπως σαν το Ω της Ιλιάδας, μεταφερμένο στις μακρινές ακτές της Άπω Ανατολής.
Η ιστορία της ταινίας τοποθετείται στο τέλος της περιόδου «Χεϊάν», στα 1185, στη φεουδαρχική Ιαπωνία, «όταν ο άνθρωπος δεν είχε διαμορφωθεί πλήρως», όπως λένε οι τίτλοι της αρχής –τουτέστιν ακόμα σήμερα. Στην ιστορία της ταινίας, που είναι «σαν ένα από τα μεγάλα λαϊκά παραμύθια του κόσμου, γεμάτο θλίψη», ο σπλαχνικός κυβερνήτης μιας επαρχίας, καταδικασμένος σε εξορία, βάζει τον μικρό γιο του να αποστηθίσει αυτά τα λόγια, όταν χωρίζουν. Τα λόγια αυτά, μαζί με το ρεφρέν από το τραγούδι της γκέισας, «Δεν είναι η ζωή μαρτύριο;» είναι τα μοτίβα της ταινίας. Ο κυβερνήτης καταδικάζεται σε εξορία, γιατί προσπάθησε να προστατεύσει τους αγρότες της επαρχίας του και αντιτάχθηκε στον στρατηγό που ήθελε να τους επιστρατεύσει σε έναν από τους εμφύλιους πολέμους. Η γυναίκα του Ταμάκι, μαζί με τα δύο μικρά παιδιά τους, τον Ζούσιο και την Ανζού, ξεκινά ένα επικίνδυνο ταξίδι για να επιστρέψει στους γονείς της.

Στο δρόμο τους απαγάγουν ληστές και τους πουλούν, την Ταμάκι γκέισα σε πορνείο και τα παιδιά σκλάβους στο ιδιωτικό αγρόκτημα του υπουργού της Δικαιοσύνης, όπου επιστάτης είναι ο σκληρός Σάνσο. Τα παιδιά μεγαλώνουν, ώσπου ο Ζούσιο, λησμονώντας προσώρας τα λόγια του πατέρα του, γίνεται κι αυτός ένας σκληρός βοηθός του Σάνσο. Η πάντα λυπημένη Ανζού, όμως, θα καταφέρει να του θυμίσει ποιος είναι και θα τον βοηθήσει να το σκάσει. Η ίδια θα θυσιαστεί και ο Ζούσιο θα καταφέρει να γίνει κυβερνήτης της επαρχίας, όπου βρίσκεται το αγρόκτημα που πριν ήταν σκλάβος. Ως κυβερνήτης πλέον, θα εκδώσει διάταγμα για την απαγόρευση της δουλείας και την απελευθέρωση των σκλάβων. Ο Σάνσο συλλαμβάνεται και οι απελευθερωμένοι σκλάβοι καίνε το αγρόκτημα. Καθώς η Ανζού έχει πια πεθάνει, ο Ζούσιο θα παραιτηθεί από τη θέση του για να αναζητήσει τη μητέρα του, τη μοναδική επιζήσασα της οικογένειας. Μελόδραμα; Ακριβώς!
Δηλαδή, κάτι πολύ περισσότερο από μελόδραμα. Τραγωδία. Η ρημαγμένη ζωή του Ζούσιο και η απόλυτη παράδοση της τυφλής και ανάπηρης πλέον μάνας στον θρήνο θυμίζει Σοφοκλή, στην «Αντιγόνη» του, ή στον «Οιδίποδα Τύραννο». Δεν χρειάζεται να πω πολλά για τη λεπτή μαστοριά του Μιζογκούτσι, αναγνωρισμένη άλλωστε πρώτα πρώτα από μέγιστους ομότεχνούς του, όπως ο Ταρκόφσκι. Αρκεί να ξεκινήσει η ταινία, που ακόμα από τους τίτλους της σε παρασύρει στον ρυθμό αυτού του πικρού παραμυθιού, που είναι η ίδια η ζωή. Οι πολλές ανατροπές στην αφήγηση, ο λυρισμός των εικόνων του –η πρώτη δουλειά του Μιζογκούσι ήταν ζωγράφος σκηνικών στο θέατρο–, ο, εσωτερικός τις πιο πολλές φορές, σπαραγμός των ηθοποιών, τα μεγάλης διάρκειας αφηγηματικά πλάνα του, στα οποία υπήρξε από τους πρώτους διδάξαντες, η καίρια χρήση της μουσικής, τα κοστούμια, η τελετουργία της μεσαιωνικής Ιαπωνίας –γειτονική κινησιολογία στον δικό μας «βυζαντινισμό»–, η ένταξη της φύσης στο δράμα, μα, το κυριότερο, το ήθος του δημιουργού, βάζουν τον θεατή σε ένα σπάνιο κόσμο συγκίνησης.
Ο σκηνοθέτης, παρά τις δόξες του, στα τελευταία του χρόνια, σε φεστιβάλ, ανάμεσα στους ομότεχνούς του και στην κριτική –η ταινία του Ουγκέτσου Μονογκατάρι (1953), που επίσης προβάλλεται στο αφιέρωμα, βρίσκεται μονίμως στις λίστες με τις δέκα καλύτερες ταινίες όλων των εποχών– παραμένει άγνωστος στο μεγάλο κοινό, παρότι οι ταινίες του ανήκουν στο λαϊκό είδος κινηματογράφου. Εκτός από ένα αφιέρωμα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 2000, οι ταινίες του σπάνια παίζονται. Ο Σάνσο, μάλιστα, δεν είχε προβληθεί ποτέ σε διανομή στις αθηναϊκές αίθουσες μέχρι τη δεκαετία του 2000. Το πόσο επίκαιρη είναι σήμερα η ταινία αυτή, για να μείνω λίγο ακόμα στον Σάνσο, νομίζω δεν χρειάζεται να το τονίσω. Μπορεί η σκληρότητα να έχει λίγο χαθεί από το προσκήνιο του αναπτυγμένου κόσμου, ωστόσο είναι μόνιμη απέναντι στους «δούλους». Δείτε, φερ’ ειπείν, τι γίνεται σήμερα με τους πρόσφυγες-μετανάστες. Αλλά μήπως οι λαϊκές συνθήκες ζωής και εργασίας, σε αναπτυγμένο ή αναπτυσσόμενο κόσμο, δεν οδηγούνται ολοένα και περισσότερο σήμερα σε νέου τύπου φεουδαλισμό;
Ο Μιζογκούτσι καταφέρνει να μιλήσει για όλα αυτά με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Δεν είναι «μηχανικός συστημάτων», που «πρέπει να αλλάξουν» και άλλα «μπλα-μπλα». Είναι καλλιτέχνης, τραγωδός και ποιητής. Και για τους ποιητές όλων των εποχών είναι πάντα καίριο το «χρημάτων πάντων μέτρον άνθρωπος». Η λυδία λίθος δεν είναι το «σύστημα», αλλά ο άνθρωπος, που «χωρίς ευσπλαχνία είναι σαν ζώο». Η θυσία της γυναίκας χάριν της ζωής και η αργή επιστροφή και μετάνοια του άνδρα –ο Ζούσιο επιστρέφει κλαίγοντας, για να περιμαζέψει τη μάνα του και ο Τάρο, ο γιος του Σάνσο, καλογερεύει σε βουδιστικό μοναστήρι– είναι ο δρόμος μιας απάντησης, που κάποτε θα λύσει το αίνιγμα που δένει πισθάγκωνα τον άνθρωπο στην απανθρωπία, στην εκμηδένισή του μ’ άλλα λόγια. Μόνο ένας μεγάλος σύγχρονος τραγικός μπορεί να δει τα ανθρώπινα πράγματα σ’ αυτή την ιλιγγιώδη διάσταση. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο που ο τραγικός αυτός, στον εικοστό αιώνα, ήταν Ιάπων και κινηματογραφιστής, αρχαίος και σύγχρονος συνάμα.[…]

ΠΗΓΗ: https://ardin-rixi.gr/archives/208348

 

 

 

 

Μοιραστείτε:

Facebook
Twitter
Email
Print

Περισσότερα άρθρα

«Έτσι έζησα» 90 ΧΡΟΝΙΑ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ

«Έτσι έζησα» 90 ΧΡΟΝΙΑ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ   Μια βραδιά αφιερωμένη στο έργο του σπουδαίου συνθέτη και μαέστρου Γιώργου Κατσαρού, στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού την Παρασκευή 27

Ο Βαφτιστικός| Δ.Θέατρο Πειραιά

Θεόφραστου Σακελλαρίδη Ο Βαφτιστικός 12-13-14-15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ   Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά παρουσιάζει τον «Βαφτιστικό». Τον προσεχή Σεπτέμβριο και μόνο για 4 μόνο παραστάσεις σε μουσική

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ του  Oriol Paulo

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ Η αλήθεια στο σκοτάδι, το ψέμα στο φως! Μια ιστορία μυστηρίου.   Μια συναρπαστική ιστορία μυστηρίου θα ανέβει τον χειμώνα στο Θέατρο